Feeds:
Posts
Comments

Η τετραετία 2015-2019 ήταν περίοδος που η γενιά μου έζησε τι εστί κυβερνώσα Αριστερά. Παρ’ότι εκ των υστέρων η εμπειρία μοιάζει απογοητευτική και αποτυχημένη στους περισσότερους από εμάς, είναι σαφές πως τα επιτεύγματα εκείνης της περιόδου τα βλέπουμε εκ των υστέρων, τα λησμονούμε και γελάμε με τα χάλια της χώρας και το ζόφο που μας βρήκε.

Η αποτυχία που σημειώθηκε στις εκλογές του 2023, και μας καταρράκωσε, ήταν αποτέλεσμα και των κακών στιγμών που υπήρξαν την περίοδο 2015-2019 αλλά κυρίως δυο φαινομένων που θα προσπαθήσω να αναλύσω. Της παντοκρατορίας της ΝΔ ακόμα και όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν κυβέρνηση, πόσο μάλλον όταν ήταν η ίδια, απο τη μία, και των εκκωφαντικών λαθών (αυτογκολ) της περιόδου 2019-2023 κατά την περίοδο της πολύ κακής αντιπολίτευσης.

Και πριν καν ξεκινήσω να τα αναλύω, να αναφέρω αμέσως πως την περίοδο 2019-2021, τα 2 πρώτα χρόνια της πανδημίας με τα lockdown δηλαδή, όσο και να ήθελε ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο δυνατός και αν ένιωθε, δεν μπορούσε να κάνει καμία αντιπολίτευση καθώς το μήνυμα του, ο αντίλογος του, δεν μπορούσε να περάσει στην κοινωνία ούτε με φυσικό τρόπο, καθώς ήμασταν κλεισμένα στα σπίτια μας και ήταν παράνομο να κυκλοφορούμε χωρίς σοβαρό λόγο στους δρόμους και να συναθροιζόμαστε, όσο και με τηλεοπτικό τρόπο, καθώς τα τηλεοπτικά μέσα μετέδιδαν μόνο τις οδηγίες προφύλαξης από τον covid τις οποίες είχε επιμεληθεί η κυβέρνηση και χειριζόταν η κυβέρνηση, και κατ ουσίαν είχαν μετατραπεί σε κρατικά μεταδιδόμενο τρόμο, ως το μόνο ουσιαστικό μέσο αποφυγής μετάδοσης μιας ασθένειας.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα σχεδόν από την αρχή. Μέχρι το 2012 όπου και ο Αλέξης Τσίπρας εκφώνησε την ατάκα “μας ενδιαφέρει το περιεχόμενο της εξουσίας”, ο χώρος της ανανεωτικής αριστερας αποτελούνταν από δημοσιογράφους, καλλιτέχνες, καθηγητές πανεπιστημίου, ανώτερους δημόσιους υπαλλήλους, και το είδος της αντιπολίτευσης του εξαντλούταν στη διαμαρτυρία μεν, χωρίς λαϊκισμούς δε. Αποτελούσε δηλαδή το αξιόπιστο ιδεολογικό/σοσιαλιστικό αντίβαρο σε ένα καταρρέον (κυρίως από τα φαινόμενα διαφθοράς) ΠΑΣΟΚ.

Την περίοδο 2012-2015 κατέρρευσαν τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας (ΝΔ + ΠΑΣΟΚ) λόγω των τρομακτικά αντιλαϊκών επιλογών τους, η κοινωνία έφτασε στα όρια της επιβίωσης σε πολύ μεγάλο ποσοστό, η χώρα έχασε το 1/4 της παραγωγής της, η νέα γενιά αναγκάστηκε να μεταναστεύσει και ο ΣΥΡΙΖΑ με τη νιότη του, την αφθαρσία του, την αγωνιστικότητα του, και τη χαρισματικότητα του Αλέξη Τσίπρα, κατάφερε να κερδίσει τα πλήθη μοιράζοντας ελπίδα. Και καλά έκανε.

Μόνο που η διαχείριση του κράτους απαιτεί περισσότερο τεχνική γνώση και εμπειρία παρά μεγαλείο ψυχής και περίσσευμα έμπνευσης. Πιο συγκεκριμένα, την περίοδο 2015-2019 ο ΣΥΡΙΖΑ κλήθηκε να κυβερνήσει σε ένα εντελώς ναρκοθετημένο πεδίο τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά, αλλά και με πολύ περιορισμένη, αν όχι καθόλου, εμπειρία, και στοιχεία επαγγελματισμού.

Επίσης η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν διαρκώς σε μια διελκυστίνδα ανάμεσα στις ιδεολογικές καταβολές του χώρου και στην σκληρή μνημονιακή πραγματικότητα. Δυστυχώς το εγχώριο σύστημα διοίκησης απαιτεί μεγάλη γνώση των τεχνικών πτυχών της διακυβέρνησης (νομοθετικό πλαίσιο και οικονομικές δυνατότητες) και δεν είναι καθόλου φιλικό σε ριζοσπαστικές πρωτοβουλίες που κατ΄ ουσίαν και αναμενόμενα, διαταράσσουν αυτό το πλαίσιο.

Αυτό πρακτικά σημαίνει μια πληθώρα αποτυχιών. Ζητήματα που θεωρούσε η κυβέρνηση πως μπορούν να εφαρμοστούν όπως η φορολογία του μεγάλου κεφαλαίου (συμπεριλαμβανομένου και του ναυτιλιακού), η μονιμοποίηση των αναπληρωτών εκπαιδευτικών, ο εκδημοκρατισμός των σωμάτων ασφαλείας, ο εξορθολογισμός των ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών, ο επενδυτικός/αναπτυξιακός ρόλος των τραπεζών, ο εξορθολογισμός των προμηθειών των νοσοκομείων, η χρηστή διαχείριση των οικονομικών των αθλητικών σωματείων και των πολιτιστικών φορέων, η κατάργηση των διδάκτρων στα μεταπτυχιακά, η διάκριση των αρμοδιοτήτων και του ταμείου της Εκκλησίας από αυτές της κεντρικής διοίκησης του κράτους, χτυπούσαν διαρκώς στον “τοίχο” της έλλειψης εμπειρίας, της περιορισμένης γνώσης του νομοθετικού πλαισίου και των οικονομικών δυνατοτήτων όπως βεβαίως και στην έντεχνη άρνηση της δημόσιας διοίκησης να προωθήσει οποιαδήποτε μεταρρύθμιση ήταν ικανή να διαταράξει το status quo.

Την ακινησία αυτή της δημόσιας διοίκησης η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο ανέχτηκε αλλά πολλές φορές υποστήριξε κιόλας, ελπίζοντας, μάταια βέβαια, σε εκλογική στήριξη μέρους της γραφειοκρατίας του δημοσίου.

Δεν γνωρίζω τι θα συνέβαινε αν ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρούσε μια πραγματική μεταρρύθμιση που θα στόχευε στην εκκαθάριση των άχρηστων και διεφθαρμένων στοιχείων της δημόσιας διοίκησης και στην πολύπλευρη στήριξη όσων λειτουργών του δημοσίου κοπιάζουν καθημερινά για το κοινό καλό, γνωρίζω όμως πως αυτή η μεταρρύθμιση δεν ήταν ποτέ στο πρόγραμμα. Και ο εξορθολογισμός του Δημοσίου είναι εντελώς αναμενόμενο να μην υπάρχει σε καμία ατζέντα των κατεστημένων κομμάτων αλλά σε μια πολιτική δύναμη που εντάσσει εαυτόν στη ριζοσπαστική αριστερά, θα έπρεπε να είναι.

Ας έρθουμε σε πιο συγκεκριμένα παραδείγματα της αποτυχίας. Ειπαμε πως ουσιαστικά είναι η παντοδυναμία της ΝΔ και τα αυτογκόλ του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά τι εννοούμε:

Η Παντοδυναμια της ΝΔ

Πρόκειται για ένα κόμμα με εμπειρια εξουσιας και ισχυρό budget. Αυτό σημαίνει πως έχει ταυτόχρονα την ικανότητα να ελέγξει την εξουσία πράγμα που είδαμε με το νόμο για το επιτελικό κράτος και την ΕΥΠ όπως έχει και τα χρήματα για να αγοράζει τους Γκρήνμπεργκ.

Σημαίνει επίσης πως έχει γρήγορα αντανακλαστικά που τα είδαμε σε φαινόμενα οπως πάτσηδες, τέμπη, κρικέτοι, πανεπιστημιακή αστυνομία. Σημαίνει πως είναι έτοιμη να τα βάλει ακόμα και με “δικούς της” όπως η εκκλησία/ιεραρχία στα λοκνταουν, το χαμόγελο του παιδιού, οι παραβιάσει στη μυκονο. Χρήματα επίσης, πέρα από τα υπέρογκα δάνεια που μας έχει φορτώσει, σημαίνει και υγιή δημοσια ταμεια (το περίφημο μαξιλάρι) και οι μεγαλες δυνατοτητες παρεμβασεων από Ταμείο ανάκαμψης, τα οποία τα έκανε όλα ευκαιρία για deals και αναθέσεις σε φίλους. Αυτές οι αναθέσεις που δυστυχώς δεν είχαν την ίδια κακή τύχη όπως του ΣΥΡΙΖΑ από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δεν εξετάστηκαν καθόλου δηλαδή ως προς τη νομιμότητα τους, κατέληξαν ένα απίστευτο και αλόγιστο μοίρασμα χρημάτων σε κολλητούς, το οποίο πέρα από το σκέλος της διαφθοράς, δημιουργεί και συντηρεί θέσεις εργασίας, δηλαδή κάνει πολλούς ανθρώπους ευτυχισμένους επειδή μετά από πολύ καιρό έχουν δουλειά.

Και εδώ είναι ώρα να τεθεί το θέμα της οικονομίας που βρισκόταν σε ανάπτυξη, όσο και αν ο ΣΥΡΙΖΑ πίστευε ή διαλαλούσε πως η χώρα πάει από το κακό στο χειρότερο. Αυτό επίσης σήμαινε μια διαφορετική κοινωνία πιο ατομοκεντρική που δεν την νοιαζει καθολου πια το δράμα των προσφύγων, το αντίθετο, τους βρίσκει εμπόδιο στην ανάπτυξη της, μια κοινωνία που επενδύει σε SUV, δεν θέλει να μορφωθούν όλα τα παιδιά (ΕΒΕ), δεν την νοιάζει για τις γυναικοκτονίες, για τις εργασιακές συνθήκες.

Η ΝΔ ως ένα κόμμα με διασυνδεσεις στο κράτος, στο βαθύ κράτος, στους δικαστικούς, στην ΕΕ, ακόμα και στο ΠΑΣΟΚ το οποίο λειτουργεί υποχείριο και δεξαμενή στελεχών, είναι αλήθεια πως ακόμα και με κυβέρνηση συριζα, ήξερε καλύτερα τι γίνεται στα Υπουργεία χάρη στους δικούς της ανθρώπους.

Κατά την προεκλογική περίοδο έκοψε, χάρη στις διασυνδέσεις της με τους δικαστικούς, κάθε μπογδάνο, κασιδιάρη, κόμμα ρωζ-μοβ, που θα μπορούσε να της αφαιρέσει ψήφους. Έλεγε στον Άρειο Πάγο τι να κάνει την ίδια στιγμή που έστησε ειδικό δικαστήριο για τον Παπαγγελόπουλο και τον Παππά χωρίς στοιχεία. Επίσης όποια ανεξάρτητη αρχή δεν συμμορφωνοταν την άλλαζε όπως έκαναν με την ΑΑΔΕ και τηνΕπιτροπή Ανταγωνισμού.

Οι αθροες και χωρίς έλεγχο κρατικές ενισχύσεις, κατ ουσίαν έργα σε φιλους και γνωστούς, ξεκίνησαν κατά την πανδημια και κορυφώθηκαν με την χωρίς όριο χειραγώγηση των ΜΜΕ. Οι παραδοσιακοί δεσμοί της οικογένειας μητσοτάκη με τους καναλάρχες μετουσιώθηκαν σε φοροαπαλλαγές που σχεδόν κανείς δεν πήρε χαμπάρι, μετέτρεψαν όμως το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο σε μονοφωνικό υπέρ της ΝΔ.

Ας έρθουμε όμως και στα αυτογκόλ ΣΥΡΙΖΑ.

Η ανικανοτητα των στελεχων του να υπερασπιστούν το ίδιο το έργο της κυβέρνησης τους την προηγούμενη περίοδο, όπως το ΕΚΑ, η διαπραγμάτευση για το χρέος, τα ταμειακά αποθέματα, οι οδικοί άξονες για την Πάτρα και τα Ιωάννινα, η καθολική πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, το μεταφορικό ισοδύναμο για τους νησιώτες, το πρόγραμμα υποτροφιών στην Ανώτατη Εκπαίδευση, ακόμα και το σκεπτικό πίσω από τις τηλεοπτικές άδειες, ήταν μνημειώδης και κατ ουσίαν υπονομευτική.

Η εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ με τις πλάτες στους δημοσίους υπαλλήλους αντί να συσπειρώσει κόσμο γύρω του, τον έδιωχνε.

Επιπλέον, η απίστευτη πολυφωνία που υπήρχε στο εσωτερικό του κόμματος έβγαινε και προς τα έξω σε κάθε μορφή, ουσιαστικά παρουσιάζοντας ένα κόμμα χωρίς συνοχή, χωρίς πρόγραμμα, χωρίς πυξίδα. Η κοινωνία εν έτη 2020 δεν είχε κανένα ενδιαφέρον να παρακολουθεί τις διενέξεις σε ένα κλειστό κόμμα συνταξιούχων του ΚΚΕ Εσωτερικου πού έμαθαν την πολιτική στις λεωφόρους της μεταπολίτευσης και εκεί την άφησαν.

Το κλειστό κόμμα αυτό δεν προώθησε καθόλου τα στελέχη της νεας γενιάς. Ένα απίστευτα άξιο λόγου ανθρώπινο δυναμικό, επιστήμονες με αριστερή στράτευση και εξειδικευμένη γνώση, που κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης είχαν συνήθως θέσεις ειδικών ή γενικών γραμματέων, τόσο στην περίοδο της αντιπολίτευσης όσο και στα ψηφοδέλτια, ήταν εξαφανισμένοι. Το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με αυτό του ΠΑΣΟΚ ήταν ένα ψηφοδέλτιο από boomers.

Ένα ακόμα τραγικό λάθος ήταν πως η κομματική ηγεσία δεν ασχολήθηκε με τους “νέους επιστήμονες του εξωτερικού”. Δεν τους κάλεσε να την πλαισιώσουν, δεν ανακοίνωσε πρόγραμμα που να τους αφορά, δεν τους ανέδειξε παρά μόνο με ένα μόνο πρόσωπο, καταξιωμένη επιστήμονα που εμφανίστηκε τελευταία στιγμή στο Επικρατείας. Το κόμμα των συνταξιούχων είχε βεβαιως και οργανωτική στασιμότητα. Τα νέα μέλη που εγγράφησαν μέσω i-syriza δεν τα έκανε τίποτα και έτσι όταν χρειάστηκε, στις εκλογές για παράδειγμα, δεν είχαν κόσμο να τρέξει στις γειτονιές, δεν είχαν καν γραφείο τύπου τις μέρες των εκλογών!

«Είναι γεγονός ότι δεν είχαμε την πλήρη εικόνα για τις κοινωνικές μετατοπίσεις και για τον τρόπο που το σύνολο του εκλογικού σώματος σκέφτεται και συμπεριφέρεται. Πολλές φορές σε ξεγελούν τα social media».
Αλέξης Τσίπρας, Καθημερινή, 11/6/2023

Το σημαντικότερο όμως είναι πως δεν έκανε αντιπολίτευση στα περισσότερα ζητήματα που η ΝΔ ήταν επικοινωνιακά πιο ισχυρή. Μιλάμε για ανυπαρξία αντιπολίτευσης σε εξωτερική πολιτική (οι πρέσπες ήταν η μόνη επωδός σε κάθε ζητημα, και κάποια στιγμή σε ομιλία του Τσίπρα εμφανίστηκε ο φράχτης ως μέσο άσκησης εξωτερικής πολιτικής!

Η αντιπολίτευση στην ψηφιακή πολιτική ήταν ανυπαρκτη. Ο αρμόδιος για την θεματικη της ψηφιακής μετάβασης βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε κάνει ούτε μια ερώτηση στον χιλιοδιαφημισμένο υπουργό golden boy της κυβέρνησης, παρά μόνο για τη δράση του στα ταχυδρομεία. Ευτυχώς ο λαός τον έστειλε σπίτι του. Ανύπαρκτη και η αντιπολίτευση στους τομείς “δικαιοσύνη και κράτος δικαίου” όπου ο εκσυγχρονισμός του συστήματος απονομής δικαιοσύνης με εμπλουτισμό των γνώσεων των δικαστών, σύγχρονες υποδομές και ψηφιακές υπηρεσίες, δείκτες απόδοσης με βάση διεθνή πρότυπα ηταν λέξεις γνωστές στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, απούσες όμως από το δημόσιο λόγο του. Αντ’ αυτού γινόταν αντιπολίτευση σε εξ αρχής χαμένες υποθέσεις όπως η περίπτωση της κυρίας Θάνου.

Όπως αποδέχτηκε και η Εφη Αχτσιόγλου, το κόμμα συνέχισε τον κινηματικό λόγο ενω η κοινωνία έχει περάσει σε νεο-εκσυγχρονιστικό φάσμα και ζητά περισσότερο απτά αποτελέσματα παρά ελπίδα. Οι ασκήσεις αντιπολίτευσης τύπου πολάκη-ακριβοπούλου ήταν καλές σε περίοδο μνημονιων με τον κόσμο στα κάγκελα. Και μια δυστυχής μεν, ουσιώδης όμως παρέμβαση με απτά αποτελέσματα ήταν τα χιλιάδες επιδόματα, market pass, evoia pass, oil pass του Μητσοτάκη.

Τέλος τέλος η εμμονή με την απλή αναλογική. Ο ΣΥΡΙΖΑ που μιλούσε ασταμάτητα για προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας, ακουγόταν σαν τον τρελό του χωριού που λέει πως θα παντρευτεί την κόρη του προύχοντα, όταν τα όμορα κόμματα του είχαν ρίξει από τις πρώτες μέρες χυλόπιτα, και βεβαίως έφτασε όλη χώρα να τον χλευάζει.

H επόμενη μέρα, για την αξιωματική αντιπολίτευση, οφείλει να ειναι είναι γεμάτη φως όχι λόγω φωτεινών προσώπων αλλά λόγω εμμονής με την ειλικρίνεια, και τον ρεαλισμό που απαιτεί η υπόθεση της κοινωνικής δικαιοσύνης, απαιτεί τεκμηριωμένη αντιπολίτευση και διαρκή σύνδεση με τα κοινωνικά δρώμενα.

H Σελήνη, 66 ερωτήσεις, είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της Ζακλίν Λέντζου με πρωταγωνίστρια τη Σοφία Κόκκαλη. Η Σοφία Κόκκαλη υποδύεται μια νεαρή κοπέλα, την Άρτεμις, μια κοπέλα που  θα βρεθεί μόνη να αναλάβει το φορτίο της φροντίδας του πατέρα.

H Άρτεμις δεν έχει αδέλφια. έχει μητέρα αλλά η μητέρα έχει χωρίσει με τον πατέρα και έτσι δεν ενδιαφέρεται. άρα η Άρτεμις είναι μόνη. τουλάχιστον έχει χρήματα γιατί όλο το σκηνικό εκτυλίσσεται σε ένα πάρα πολύ πλούσιο σπίτι του αστικού κόσμου. αυτό, ίσως, είναι και η μόνη παρηγοριά. αλλά για εμάς τους θεατές η εικόνα αυτή του ψυχρού αστικού αρχοντικού έχει αρχίσει να κουράζει, από τον κυνόδοντα και μετά, το miss violence, το Atterberg, πέρασε τόσες φορές από τα μάτια μας που έχασε την αλληγορία της. έγινε ρεαλιστική. η indie – garage μουσική, ναι δεκτή, η είτιζ ενδυμασία, οριακά ανεκτή, αλλά η σεμνή αστική υπεροχή, κουραστική.

όπως και να’χει η ταινία Σελήνη 66 ερωτήσεις είναι μια ταινία για την ενηλικίωση. για την ενηλικίωση που έρχεται όταν έχεις όλο το βάρος των αποφάσεων για τη ζωή ενός ανθρώπου πάνω σου. η ταινία παρακολουθεί τη διακύμανση των συναισθημάτων του κοριτσιού, ενός κοριτσιού σε διαρκή κρίση, καθώς συνεχώς πρέπει να αποφασίσει τι πρέπει να κάνει έχοντας να επιλέξει ανάμεσα στο κακό και το χειρότερο, και είναι πραγματικά μνημειώδης η παρακολούθηση, αλλά η αφήγηση είναι ανύπαρκτη. διαβάζοντας κάπου μια συνέντευξη της σκηνοθέτριας Ζακλίν Λέντζου, είδα πως απαντάει σε αυτόν τον προβληματισμό δηλώνοντας πως έτσι είναι η ζωή, δεν υπάρχει ενιαία αφήγηση, οι εικόνες και οι σκηνές εμφανίζονται μπροστά μας απροειδοποίητα.

ok. το δέχομαι πως έτσι είναι η ζωή. ή τέλος πάντων έτσι είναι η ζωή της Λέντζου. δεν δέχομαι όμως πως είναι έτσι το σινεμά. πως νοείται σινεμά χωρίς αφήγηση. η σκηνοθέτρια παρακολουθεί τα στάδια εξέλιξης της νόσου του πατέρα μέσα από τα μάτια της κοπέλας. τα μάτια της κοπέλας στην περίπτωση μας είναι ο φακός της κάμερας. ο φακός της κάμερας κάνει συνέχεια κοντινές λήψεις σε ότι μπορεί να προκαλέσει δυσφορία στην ηρωίδα, όπως η αγένεια των συγγενών ή η βουλιμία των φίλων, ή το τραύμα στο χέρι της, ενώ κινηματογραφεί από ασφαλή απόσταση τις στιγμές χαράς της ηρωίδας όπως το παιχνίδι με τους φίλους ή το παιχνίδι με το νερό.

είναι λοιπον τα πλάνα μια απάντηση στο τι σημαίνει κοντινός; σημαίνει δηλαδή κοντινός κάποιος που σου φαίρνει δυσφορία; κάποιος που έχει όλες τις τυπικές προϋποθέσεις να γίνει αγαπημένος αλλά δεν έγινε ποτέ; κάποιος που θες, αλλά δεν μπορείς να ξεφορτωθείς; ή μήπως η ερώτηση “τι σημαίνει κοντινός” είναι ρητορική; όταν μιλάς για τον πατέρα σου δεν μιλάς για κάποιον κοντινό, σωστά; μιλάς για κάποιον μοναδικό.

εδώ πάντως έχουμε κοντινά πλάνα για τους κοντινούς και πλάνα από απόσταση για τους μοναδικούς ανθρώπους και τις μοναδικές στιγμές. όπως η σκηνή που η Σοφία μαθαίνει στον πατέρα της πως να κινείται με το αναπηρικό καροτσάκι. κάνει μια τόσο θλιβερή συνθήκη να μοιάζει παιχνίδι. και αυτό όμως το βλέπουμε από ασφαλή απόσταση. τόσο που αναρωτιώμαστε γιατί να μην θέλει να φέρει πιο κοντά μας τη χαρά; γιατί να μην θέλει να δώσει μια πιο μεγάλη ένταση στο συναίσθημα που χτίζει η εικόνα εκείνη τη στιγμή; γιατί τόση απόσταση; πόσο χωρισμένη απ’τη χαρά είναι τέλος πάντων αυτή η καινούργια κινηματογραφική ματιά;

αξίζει να αναφερθεί πάντως, πως η ματιά της Λέντζου δεν περιλαμβάνει μόνο επιτηδευμένες εικόνες, μόνο ψυχρά βλέμματα, μόνο καθαρά τοπία. περιλαμβάνει και στιγμές αμηχανίας, στιγμές της ζωής ενοχής, όπως η ντροπή που αισθάνεται ένας ημίγυμνος ασθενής, στιγμές που είναι σίγουρα βιωματικές, αν και δεν δίνεται ο απαραίτητος χρόνος σύνδεσης στον απροετοίμαστο θεατή.

όπως και να’χει, στην αρχή της ταινίας, ξεκινώντας από μια ξένη αλλά ασφαλή χώρα, η Αρτεμις έρχεται στην Ελλάδα για να φροντίζει ένα ζήτημα υγείας του πατέρα της. μιλά για αυτόν σε μια φίλης της σαν να πρόκειται για άγνωστο πρόσωπο, και η φίλη, όπως και εμείς, καθώς παρακολουθούμε, ξαφιναζόμαστε όταν εξηγεί πως το πρόσωπο που ασθενεί είναι ο πατέρας της. η φίλη δείχνει την εκπληξή της λέγοντας πως “νόμιαζα πως μιλούσες για κάποιον κοντινό σου”. και η Αρτεμις απαντάεί λέγοντας “τι σημαίνει κοντινός”?

είναι λοιπον τα πλάνα μια απάντηση στο τι σημαίνει κοντινός; σημαίνει κοντινός κάποιος που σου φαίρνει δυσφορία; κάποιος που έχει όλες τις τυπικές προϋποθέσεις να γίνει αγαπημένος αλλά δεν έγινε ποτέ; κάποιος που θες, αλλά δεν μπορείς να ξεφορτωθείς; ή μήπως η ερώτηση “τι σημαίνει κοντινός” είναι ρητορική; όταν μιλάς για τον πατέρα σου δεν μιλάς για κάποιον κοντινό, σωστά; μιλάς για κάποιον μοναδικό.

στο έργο πάντως, ο πόνος, η θλίψη, η μοναξιά ειναι πολύ κοντινοί. και ευτυχώς, για αυτή την καινούργια κινηματογραφική ματιά, αυτήν την μετά-weird-wave, κινηματογραφική γενιά, όχι και τόσο αγαπημένοι. ευτυχώς.

ανθρώπινα

IMG_20200426_193646

δυο μήνες κλεισμένοι στα σπίτια, ίσως και παραπάνω.
σπίτια μικρά με μπαλκόνια μικρότερα.
ανάγκη για ανάσα και ήλιο. ανάγκη για μια κουβέντα.
παρατηρούσα τους ηλικιωμένους που μας είπαν να φυλάξουμε.
μας είπαν να μην βγαίνουν έξω απ’το σπίτι γιατί υπάρχει κίνδυνος.
παρατηρούσα το κίνδυνο που υπάρχει μέσα στο σπίτι.
το κίνδυνο από τη μοναξιά, την εγκατάλειψη, την αγωνία για το τι θ’απογίνει ο κόσμος.
μικρές διαδρομές απ’το κρεβάτι στο λουτρό, απ’το σαλόνι στο μπαλκόνι και πάλι πίσω.
εναλλαγές στα καθίσματα στα ξαπλώματα στα βλέμματα που κοιτάν το κόσμο.
αγανάκτηση από τις εικόνες φρίκης που παρέλασαν από τις οθόνες.
αγανάκτηση από τις προτροπές να μείνουμε σπίτι λες και μπορούμε να κάνουμε αλλιώς.
ανάγκη για μια κουβέντα παρηγοριτική από ένα δικό τους άνθρωπο.
απογεύματα στα μπαλκόνια με το τηλέφωνο στα χέρια.
πάει τέλειωσε και αυτό. ίσως ξανάρθει ίσως όχι.
άφησε όμως το αποτύπωμα του.
τώρα είναι διαφορετικά. τώρα μπορεί να βγει από το σπίτι. τώρα μπορεί να πάει πιο μακριά.
η Δευτέρα 18-5-2020 ήταν η μέρα που οι ηλικιωμένοι μπορούν να μετακινηθούν εκτός των πόλεων.
να μεταβούν στα χωριά τους. να μη ζήσουν ξανά εδώ τον εγκλεισμό.
να φύγουν ανθρώπινα. όσο δυνατόν πιο ανθρώπινα.

IMG_20200424_164920

Αν από την Ισπανική γρίπη του 1917 μέχρι τη πανδημία του 2020 δεν έχουμε καταφέρει να προστατευτούμε από θανατηφόρους ιούς, τότε πόση πρόοδο έχει σημειώσει η ανθρωπότητα; Αν ο άνθρωπος έχει καταφέρει να πατήσει στο φεγγάρι και να κάνει το γύρο της γής 16 φορές μέσα σε 24 ώρες με διαστημόπλοιο αλλά στη γη πεθαίνουν ακόμα  επειδή δεν έχουν ένα πιάτο φαγητό τότε πόση πρόοδο έχει σημειώσει η ανθρωπότητα; Αν το ανθρώπινο είδος κατάφερε να εξερευνήσει στο βαθύτερο σημείο των Ωκεανών, γνωστό και ως τάφρο των Μαριαννών, ανακαλύπτοντας πως πριν από το είδος έχει φτάσει το στίγμα του αφήνοντας μικροσωματίδια πλαστικού, πόση πρόοδο έχει σημειώσει η ανθρωπότητα; 

Πόση πρόοδο δηλαδή έχει σημειώσει η ανθρωπότητα; Πόσο μπορεί να εμπιστεύεται ο μέσος νους την ανθρώπινη διάνοια; Υπάρχει ποτέ περίπτωση να νιώσουμε ξανά ασφαλείς; Πόσους πιστούς προστάτευσε ο πανάγαθος στη χώρα που περιβάλλει το Βατικανό;  Είναι δίκαιο να αμφισβητούμε τη πίστη ή μήπως η Πίστη είναι κάτι που ζυγίζεται μονάχα μέσα μας; και δεν επιδέχεται αντιλήψεις των άλλων; Έχουμε δίκιο όσοι εμπιστευόμαστε την επιστήμη ή μήπως και η επιστήμη μας πρόδωσε; 

Υπάρχει ποτέ πιθανότητα να απαντηθεί ένα απλοϊκό ερώτημα στα σοβαρά; Ναι, μονάχα από έναν ανόητο. Υπάρχει ποτέ περίπτωση να πάψουν να τίθενται απλοϊκά ερωτήματα; Όχι, γιατί είμαστε άνθρωποι, έχουμε ανάγκη από στεγανά, από βεβαιότητες που θα μας δώσουν δύναμη να προχωρήσουμε σε ένα κόσμο γεμάτο αβεβαιότητα. Και όσο και αν προσπαθούμε να ξεχωρίσουμε από τους ανόητους, υπάρχουν φορές που είμαστε και εμείς ανότοι. Όπως όταν πιστεύουμε πως κατέχουμε την απόλυτη γνώση. Όπως όταν κατέχουμε την απόλυτη γνώση κρίνουμε με τιμωρητική διάθεση τους ανόητους. Και οι ανόητοι δεν καταλαβαίνουν. Και εμείς συνεχίζουμε. Και εκείνοι συνεχίζουν να μην καταλαβαίνουν. Και εμείς συνεχίζουμε να μην καταλαβαίνουμε ότι κάποιοι άνθρωποι δεν θα καταλάβουν ποτέ. Είτε γιατί δεν μπορούν, είτε γιατί δεν θέλουν, προτιμούν να κάνουν λάθη, είτε γιατί δεν αντέχουν εμάς και το επικριτικό μας ύφος. Εμάς που νομίζουμε πως τα ξέρουμε όλα. Εμάς που δεν δεχόμαστε να αρθρώσουμε απλοϊκά ερωτήματα. Εμάς που μέχρι να πέσει ο ουρανός στο κεφάλι μας, μέχρι να έρθουν τα πάνω κάτω στις ζωές μας, μέχρι να διαλυθούν και οι τελευταίες μας βεβαιότητες πιστεύαμε πως κατέχουμε το τρόπο λειτουργίας του κόσμου και αυτό μας έδινε ασφάλεια στη ζωή. Και αυτό μας κρατούσε στο έδαφος.

Εμάς που τώρα μας περιβάλλει ο φόβος και η άγνοια για το σήμερα και για το αύριο μαζί ποιά διάνοια θα μας παρηγορήσει; Εμάς που τώρα μας αρκεί να αναρωτιόμαστε πότε θα ανοίξουν τα σχολεία και τα κομμωτήρια, πότε θα ανοίξουν οι ταβέρνες και οι δρόμοι για τα χωριά μας, ποιά βεβαιότητα θα μας ξεκουράσει το καλοκαίρι; Θα υπάρξει καλοκαίρι; Μήπως ενδέχεται φέτος το καλοκαίρι τα ακραία καιρικά φαινόμενα να πολλαπλασιαστούν; Ή μήπως το ερώτημα αυτό είναι από μόνο του ακραίο και βαθύτατα επηρεασμένο από μια εποχή που τσάφ! έτσι εύκολα εξαφανίστηκε η ελπίδα για την ανθρωπότητα αλλά συνεχίζει να πορεύεται η ανθρωπότητα. Μήπως το ότι παρ’όλα αυτά συνεχίζει είναι και η λύση στο νόημα της ζωής ή μήπως έχει έρθει η ώρα να καταλάβει ότι έτσι όπως έχει στήσει το κόσμο η ανθρωπότητα, πορεύεται και αυτή και οι βεβαιότητες της σιγά σιγά προς το γκρεμό; Και αν το γκρεμό τον συνάντησε πολλές φορές στο παρελθόν τον αιώνα που πέρασε, πέφτοντας σιγά σιγά μέσα του με κίνδυνο να χαθεί για πάντα, γιατί έκτοτε δεν έβαλε μυαλό; τί τη κρατά την ανθρωπότητα ώρες ώρες τόσο μακριά απ’το μυαλό της; που το χάνει και τί στο καλό τη κάνει πάλι να το βρει; 

Ας υποθέσουμε πως δεν τρέχει τίποτα. Και τέλος πάντως αν τρέχει δεν θα τρέχει για πολύ ακόμα. Κάποια στιγμή όχι πολύ αργότερα και όχι πολύ απότομα θα επιστρέψουμε στις ζωές μας. Θα επιστρέψουμε όπως ήμασταν πριν δηλαδή στα ίδια πόστα, στις ίδιες αγωνίες, στην ίδια καθημερινότητα έχοντας περάσει ένα συλλογικό σοκ και μιλώντας για αυτό το σοκ που περάσαμε χωρίς όμως να το έχουμε περάσει ουσιαστικά γιατί θα συνεχίσει να υπάρχει ο φόβος του θανάτου. Για πόσο όμως;

Ας πούμε ότι ο φόβος θα φύγει όταν βρεθεί εμβόλιο. Μέχρι τότε ότι κάνουμε και μας φέρνει πιο κοντά θα γίνεται ενίοτε με ρίσκο και ενίοτε από ανάγκη όπως συμβαίνει τώρα με όσους δουλεύουν σε σούπερ μάρκετ. Μετά το εμβόλιο και πάλι θα υπάρχει φόβος. Το συγκλονιστικότερο που συνέβη στην ανθρωπότητα δεν είναι οι χιλιάδες θάνατοι, οι συνεχόμενοι χιλιάδες θάνατοι, αλλά πως ανακάλυψε πόσο ευάλωτη είναι. Και τώρα και στο μέλλον. Σε ένα νέο θανατηφόρο ιό ας πούμε. Και αυτό θα μείνει για πάντα. Απλά θα το απωθούμε αναγκαστικά από το μυαλό μας για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας. Και βέβαια δεν είναι δεδομένο ότι φοβόμαστε όλοι το ίδιο. Αλλιώς το χειρίζεται κάποιος που είναι και συνεχίζει να είναι υγιής, αλλιώς κάποιος που έχει χρόνιο νόσημα και αλλιώς κάποιος που είναι μεν υγιής αλλά έχει στο σπίτι του κάποιον με χρόνιο νόσημα. Και όλα αυτά με τα σημερινά δεδομένα. Γιατί αύριο δε ξερουμε τι μας ξημερώνει στο πεδίο της υγείας. 

Σε αυτή τη καθημερινότητα θα επιστρέψουμε. Σε αυτή τη καθημερινότητα θα συνηθίσουμε. Θα συνηθίσουμε; Θα αναγκαστούμε να συνηθίσουμε. Θα βρούμε νέα εργαλεία. Θα επιλέξουμε να μας απασχολεί το νοίκι και η ΔΕΗ που δεν πληρώνεται άμα δεν έχεις έσοδα, και αυτό με τα έσοδα θέλουμε δε θέλουμε θα μας απασχολει για καιρό και πολύ έντονα. Θα επιλέξουμε να σκεφτούμε ότι το καλοκαίρι διώχνει τις λοιμώξεις. Θα επιλέξουμε να μας δίνει μια βεβαιότητα η περιοδικότητα των λοιμώξεων και η εποχικότητα. Θα επιλέξουμε να βασιστούμε στο γεγονός ότι σαν χώρα τα πήγαμε καλά, πολύ καλά. Σαν ανθρωπότητα βέβαια, όχι και τόσο καλά, αλλά δεν γίνεται να ασχολούμαστε συνέχεια με δυσάρεστα πράγματα, δε το αντέχει το μυαλό μας. Θα επιλέξουμε να χαλαρώσει το μυαλό μας μια γκάμα από θεωρίες συνωμοσίας που εξηγούν πως όλη αυτή η εμπειρία είναι μια κατασκευασμένη συνθήκη από κακόβουλους πανίσχυρους δρώντες για να αποκομίσουν μυθικά οφέλη. Είναι τόσο μα τόσο χαλαρωτικές αυτές οι θεωρίες που ανθίζουν όπως οι μαργαρίτες την άνοιξη εκεί που τίποτα απότιστο δε κάνει το κόπο να ανθίσει. Τα μέσα ενημέρωσης ας πούμε κάνουν τόσο κόπο να δούνε τις πληροφορίες για επιστροφή στη κανονικότητα να ανθίζουν που λίγο λίγο, λέγε λέγε, ακόμα και αν οι συνθήκες είναι σχεδόν ίδιες με πριν, να που κάτι πάει να ανθίσει, μια πληροφορία που λέει πότε θα ανοίξουν τα κομμωτήρια για να γελάσει λιγάκι ο κόσμος βρε παιδί μου. Να χαρεί. Να νιώσει πως κάτι ανθίζει και ας είναι και μαργαρίτα. Και ας μην αρχίσει ακόμα να μαδάει για να μάθει αν τον αγαπάει. Αφού βαθιά μέσα του το ξέρει πως πια κανείς δεν τον αγαπάει, τα είδε τι γίνεται στο κόσμο γύρω του, τα έμαθε, δε χρειάζεται να μαδήσει τη μαργαρίτα για να το μάθει. Αλλά και αν τον αγαπάει τελικά, και αν όλα πάνε καλά, καλύτερα θα ήταν να το μάθει απ’τη ζωή την ίδια, να του το φέρει γλυκά εκεί που δεν το περιμένει, ας του φέρει και κάτι θετικο πια η ζωή εκεί που δεν το περιμένει.

Ας υποθέσουμε επίσης πως η ανθρωπότητα βάζει μυαλό. Πως ακριβώς θα βάλει μυαλό όταν ακόμα και τώρα οι χώρες και οι ηγέτες ο ένας κοιτάει να κλέψει από τον άλλο στη προμήθεια για τα υλικά προστασίας και τα υλικά θεραπείας, όταν ακόμα και τώρα αντί για συνεργασία γίνεται ανταγωνισμός ανάμεσα στις πολιτείες της Ευρώπης και τις πολιτείες της Αμερικής για το πως θα ανακάμψει αυτή η περίφημη οικονομία, που αν το δεις ψυχρά και λογιστικά αφού αυτή η οικονομία που έχουμε βασίζεται στο “ο θάνατος σου η ζωή μου” τότε με αυτό που συμβαίνει τώρα έχουμε ήδη αρχίσει να ανακάμπτουμε μιας και είτε για υπερταμείο διάσωσης μιλάμε είτε για προμήθεια αναπνευστήρων μιλάμε το δόγμα “ο θάνατος σου η ζωή μου” έχει πλήρως αναπτυχθεί και μπει και πάλι στις ράγες, η Ευρώπη μας τουλάχιστον, οι ηγέτες της ξεπέρασαν το σοκ του λοκντάουν, ξεπέρασαν το κόμπλεξ του να μείνουμε σπίτι για να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας και τους ηλικιωμένους και πέρασαν στο επόμενο στάδιο του να βγούμε σιγά σιγά έξω να πάρει μπρος η οικονομία και θα προστατευόμαστε κρατώντας απόσταση και φορόντας μάσκα όπως αυτοί οι καημένοι στα ταμεία και στα μηχανάκια που δουλεύουν κούριερ και κάπως έτσι θα βάλουμε μυαλό. 

Αλλά όχι, ας πούμε πως όντως βάζουμε μυαλό και δε μας παρασύρει ο λύκος της γουόλ στρήτ που κρύβουμε μέσα μας και η λύσα για να δουλέψει η αγορά, και πως αρχίζουμε να βλέπουμε τη ζωή αλλιώς. Τη ζωή μας. Αρχίζουμε να προστατεύουμε τη ζωή μας και να μην κάνουμε άλλες υποχωρήσεις. Αρχίζουμε να γεμίζουμε επιτέλους όλα τα κεντρικά νοσοκομεία της χώρας με τον απαραίτητο εξοπλισμό και τον απαραίτητο αριθμό ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, αρχίζουμε και ενδιαφερόμαστε διαχρονικά για τους ηλικιωμένους και δημιουργούμε δημόσιους χώρους φροντίδας και όχι το χάσμα ανάμεσα σε πανάκριβες κλινικές και αργό θάνατο στο σπίτι, αρχίζουμε να πληρώνουμε τους βιολόγους ερευνητές περισσότερο από τους ποδοσφαιριστές, αρχίζουμε να φέρνουμε πίσω τους γιατρούς που φύγαν για τη Γαλλία και τη Γερμανία έχοντας πρώτα σπουδάσει εδώ, αρχίζουμε να στήνουμε ένα κράτος που δε θα απαιτεί από καρκινοπαθείς να στήνονται ουρά έξω από φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, αρχίζουμε να στήνουμε ένα κράτος που δε θα σου ζητά 125 πιστοποιητικά που το ίδιο εκδιδει για να δει αν είσαι ανάπηρος και γενικά αρχίζουμε και δε το βάζουμε κάτω συνεχίζουμε, δεν ακούμε κάθε ηλίθιο που ψάχνει αφορμή να βγάλει χρήμα από κάθε αφορμή και βάζει δημοσιογράφους να γράψουν για τη προσωπική ζωή και τα χούγια του ανθρώπου που παρά τα χούγια του συνεχίζει και αυτός τη δουλειά του και προσλαμβάνει προσωπικό και φέρνει εξοπλισμό στα νοσοκομεία ακόμα και αν κανείς δε το λέει και δε το διαφημίζει, και έτσι γινόμαστε και εμείς μέρος μιας αλυσίδας που συνεχίζει και αντέχει να κάνει καλό ακόμα και όταν όλα γύρω πάνε χάλια και γίνονται όλο και πιο δύσκολα.

Και κάπως έτσι βάζουμε μυαλό γιατί ξέρουμε πια ότι όλα θα πάνε πιο δύσκολα και το μόνο που πραγματικά έχουμε είναι ο ένας τον άλλο και η μια την άλλη και ειλικρινά νοιαζόμαστε για τον άλλο και όχι μόνο για τον εαυτό μας γιατί τι καταφέραμε όταν νοιαστήκαμε μονάχα για τον εαυτό μας; Τι πραγματικά καταφέραμε; Τι απ’όλα αυτά που δημιουργήσαμε έχει αξία όταν δεν έχουμε σε μια δύσκολη και ανυπόφορη στιγμή κάποιον κοντά μας; Τι αξία έχει ένας κόσμος που κοιτάει ο ένας να φάει τον άλλο; Τι αξία έχει ένας κόσμος που πατάει ο ένας επάνω στον άλλο; Τι αξία έχει ένας κόσμος που δεν πατάει στο έδαφος;