
Αν από την Ισπανική γρίπη του 1917 μέχρι τη πανδημία του 2020 δεν έχουμε καταφέρει να προστατευτούμε από θανατηφόρους ιούς, τότε πόση πρόοδο έχει σημειώσει η ανθρωπότητα; Αν ο άνθρωπος έχει καταφέρει να πατήσει στο φεγγάρι και να κάνει το γύρο της γής 16 φορές μέσα σε 24 ώρες με διαστημόπλοιο αλλά στη γη πεθαίνουν ακόμα επειδή δεν έχουν ένα πιάτο φαγητό τότε πόση πρόοδο έχει σημειώσει η ανθρωπότητα; Αν το ανθρώπινο είδος κατάφερε να εξερευνήσει στο βαθύτερο σημείο των Ωκεανών, γνωστό και ως τάφρο των Μαριαννών, ανακαλύπτοντας πως πριν από το είδος έχει φτάσει το στίγμα του αφήνοντας μικροσωματίδια πλαστικού, πόση πρόοδο έχει σημειώσει η ανθρωπότητα;
Πόση πρόοδο δηλαδή έχει σημειώσει η ανθρωπότητα; Πόσο μπορεί να εμπιστεύεται ο μέσος νους την ανθρώπινη διάνοια; Υπάρχει ποτέ περίπτωση να νιώσουμε ξανά ασφαλείς; Πόσους πιστούς προστάτευσε ο πανάγαθος στη χώρα που περιβάλλει το Βατικανό; Είναι δίκαιο να αμφισβητούμε τη πίστη ή μήπως η Πίστη είναι κάτι που ζυγίζεται μονάχα μέσα μας; και δεν επιδέχεται αντιλήψεις των άλλων; Έχουμε δίκιο όσοι εμπιστευόμαστε την επιστήμη ή μήπως και η επιστήμη μας πρόδωσε;
Υπάρχει ποτέ πιθανότητα να απαντηθεί ένα απλοϊκό ερώτημα στα σοβαρά; Ναι, μονάχα από έναν ανόητο. Υπάρχει ποτέ περίπτωση να πάψουν να τίθενται απλοϊκά ερωτήματα; Όχι, γιατί είμαστε άνθρωποι, έχουμε ανάγκη από στεγανά, από βεβαιότητες που θα μας δώσουν δύναμη να προχωρήσουμε σε ένα κόσμο γεμάτο αβεβαιότητα. Και όσο και αν προσπαθούμε να ξεχωρίσουμε από τους ανόητους, υπάρχουν φορές που είμαστε και εμείς ανότοι. Όπως όταν πιστεύουμε πως κατέχουμε την απόλυτη γνώση. Όπως όταν κατέχουμε την απόλυτη γνώση κρίνουμε με τιμωρητική διάθεση τους ανόητους. Και οι ανόητοι δεν καταλαβαίνουν. Και εμείς συνεχίζουμε. Και εκείνοι συνεχίζουν να μην καταλαβαίνουν. Και εμείς συνεχίζουμε να μην καταλαβαίνουμε ότι κάποιοι άνθρωποι δεν θα καταλάβουν ποτέ. Είτε γιατί δεν μπορούν, είτε γιατί δεν θέλουν, προτιμούν να κάνουν λάθη, είτε γιατί δεν αντέχουν εμάς και το επικριτικό μας ύφος. Εμάς που νομίζουμε πως τα ξέρουμε όλα. Εμάς που δεν δεχόμαστε να αρθρώσουμε απλοϊκά ερωτήματα. Εμάς που μέχρι να πέσει ο ουρανός στο κεφάλι μας, μέχρι να έρθουν τα πάνω κάτω στις ζωές μας, μέχρι να διαλυθούν και οι τελευταίες μας βεβαιότητες πιστεύαμε πως κατέχουμε το τρόπο λειτουργίας του κόσμου και αυτό μας έδινε ασφάλεια στη ζωή. Και αυτό μας κρατούσε στο έδαφος.
Εμάς που τώρα μας περιβάλλει ο φόβος και η άγνοια για το σήμερα και για το αύριο μαζί ποιά διάνοια θα μας παρηγορήσει; Εμάς που τώρα μας αρκεί να αναρωτιόμαστε πότε θα ανοίξουν τα σχολεία και τα κομμωτήρια, πότε θα ανοίξουν οι ταβέρνες και οι δρόμοι για τα χωριά μας, ποιά βεβαιότητα θα μας ξεκουράσει το καλοκαίρι; Θα υπάρξει καλοκαίρι; Μήπως ενδέχεται φέτος το καλοκαίρι τα ακραία καιρικά φαινόμενα να πολλαπλασιαστούν; Ή μήπως το ερώτημα αυτό είναι από μόνο του ακραίο και βαθύτατα επηρεασμένο από μια εποχή που τσάφ! έτσι εύκολα εξαφανίστηκε η ελπίδα για την ανθρωπότητα αλλά συνεχίζει να πορεύεται η ανθρωπότητα. Μήπως το ότι παρ’όλα αυτά συνεχίζει είναι και η λύση στο νόημα της ζωής ή μήπως έχει έρθει η ώρα να καταλάβει ότι έτσι όπως έχει στήσει το κόσμο η ανθρωπότητα, πορεύεται και αυτή και οι βεβαιότητες της σιγά σιγά προς το γκρεμό; Και αν το γκρεμό τον συνάντησε πολλές φορές στο παρελθόν τον αιώνα που πέρασε, πέφτοντας σιγά σιγά μέσα του με κίνδυνο να χαθεί για πάντα, γιατί έκτοτε δεν έβαλε μυαλό; τί τη κρατά την ανθρωπότητα ώρες ώρες τόσο μακριά απ’το μυαλό της; που το χάνει και τί στο καλό τη κάνει πάλι να το βρει;
Ας υποθέσουμε πως δεν τρέχει τίποτα. Και τέλος πάντως αν τρέχει δεν θα τρέχει για πολύ ακόμα. Κάποια στιγμή όχι πολύ αργότερα και όχι πολύ απότομα θα επιστρέψουμε στις ζωές μας. Θα επιστρέψουμε όπως ήμασταν πριν δηλαδή στα ίδια πόστα, στις ίδιες αγωνίες, στην ίδια καθημερινότητα έχοντας περάσει ένα συλλογικό σοκ και μιλώντας για αυτό το σοκ που περάσαμε χωρίς όμως να το έχουμε περάσει ουσιαστικά γιατί θα συνεχίσει να υπάρχει ο φόβος του θανάτου. Για πόσο όμως;
Ας πούμε ότι ο φόβος θα φύγει όταν βρεθεί εμβόλιο. Μέχρι τότε ότι κάνουμε και μας φέρνει πιο κοντά θα γίνεται ενίοτε με ρίσκο και ενίοτε από ανάγκη όπως συμβαίνει τώρα με όσους δουλεύουν σε σούπερ μάρκετ. Μετά το εμβόλιο και πάλι θα υπάρχει φόβος. Το συγκλονιστικότερο που συνέβη στην ανθρωπότητα δεν είναι οι χιλιάδες θάνατοι, οι συνεχόμενοι χιλιάδες θάνατοι, αλλά πως ανακάλυψε πόσο ευάλωτη είναι. Και τώρα και στο μέλλον. Σε ένα νέο θανατηφόρο ιό ας πούμε. Και αυτό θα μείνει για πάντα. Απλά θα το απωθούμε αναγκαστικά από το μυαλό μας για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας. Και βέβαια δεν είναι δεδομένο ότι φοβόμαστε όλοι το ίδιο. Αλλιώς το χειρίζεται κάποιος που είναι και συνεχίζει να είναι υγιής, αλλιώς κάποιος που έχει χρόνιο νόσημα και αλλιώς κάποιος που είναι μεν υγιής αλλά έχει στο σπίτι του κάποιον με χρόνιο νόσημα. Και όλα αυτά με τα σημερινά δεδομένα. Γιατί αύριο δε ξερουμε τι μας ξημερώνει στο πεδίο της υγείας.
Σε αυτή τη καθημερινότητα θα επιστρέψουμε. Σε αυτή τη καθημερινότητα θα συνηθίσουμε. Θα συνηθίσουμε; Θα αναγκαστούμε να συνηθίσουμε. Θα βρούμε νέα εργαλεία. Θα επιλέξουμε να μας απασχολεί το νοίκι και η ΔΕΗ που δεν πληρώνεται άμα δεν έχεις έσοδα, και αυτό με τα έσοδα θέλουμε δε θέλουμε θα μας απασχολει για καιρό και πολύ έντονα. Θα επιλέξουμε να σκεφτούμε ότι το καλοκαίρι διώχνει τις λοιμώξεις. Θα επιλέξουμε να μας δίνει μια βεβαιότητα η περιοδικότητα των λοιμώξεων και η εποχικότητα. Θα επιλέξουμε να βασιστούμε στο γεγονός ότι σαν χώρα τα πήγαμε καλά, πολύ καλά. Σαν ανθρωπότητα βέβαια, όχι και τόσο καλά, αλλά δεν γίνεται να ασχολούμαστε συνέχεια με δυσάρεστα πράγματα, δε το αντέχει το μυαλό μας. Θα επιλέξουμε να χαλαρώσει το μυαλό μας μια γκάμα από θεωρίες συνωμοσίας που εξηγούν πως όλη αυτή η εμπειρία είναι μια κατασκευασμένη συνθήκη από κακόβουλους πανίσχυρους δρώντες για να αποκομίσουν μυθικά οφέλη. Είναι τόσο μα τόσο χαλαρωτικές αυτές οι θεωρίες που ανθίζουν όπως οι μαργαρίτες την άνοιξη εκεί που τίποτα απότιστο δε κάνει το κόπο να ανθίσει. Τα μέσα ενημέρωσης ας πούμε κάνουν τόσο κόπο να δούνε τις πληροφορίες για επιστροφή στη κανονικότητα να ανθίζουν που λίγο λίγο, λέγε λέγε, ακόμα και αν οι συνθήκες είναι σχεδόν ίδιες με πριν, να που κάτι πάει να ανθίσει, μια πληροφορία που λέει πότε θα ανοίξουν τα κομμωτήρια για να γελάσει λιγάκι ο κόσμος βρε παιδί μου. Να χαρεί. Να νιώσει πως κάτι ανθίζει και ας είναι και μαργαρίτα. Και ας μην αρχίσει ακόμα να μαδάει για να μάθει αν τον αγαπάει. Αφού βαθιά μέσα του το ξέρει πως πια κανείς δεν τον αγαπάει, τα είδε τι γίνεται στο κόσμο γύρω του, τα έμαθε, δε χρειάζεται να μαδήσει τη μαργαρίτα για να το μάθει. Αλλά και αν τον αγαπάει τελικά, και αν όλα πάνε καλά, καλύτερα θα ήταν να το μάθει απ’τη ζωή την ίδια, να του το φέρει γλυκά εκεί που δεν το περιμένει, ας του φέρει και κάτι θετικο πια η ζωή εκεί που δεν το περιμένει.
Ας υποθέσουμε επίσης πως η ανθρωπότητα βάζει μυαλό. Πως ακριβώς θα βάλει μυαλό όταν ακόμα και τώρα οι χώρες και οι ηγέτες ο ένας κοιτάει να κλέψει από τον άλλο στη προμήθεια για τα υλικά προστασίας και τα υλικά θεραπείας, όταν ακόμα και τώρα αντί για συνεργασία γίνεται ανταγωνισμός ανάμεσα στις πολιτείες της Ευρώπης και τις πολιτείες της Αμερικής για το πως θα ανακάμψει αυτή η περίφημη οικονομία, που αν το δεις ψυχρά και λογιστικά αφού αυτή η οικονομία που έχουμε βασίζεται στο “ο θάνατος σου η ζωή μου” τότε με αυτό που συμβαίνει τώρα έχουμε ήδη αρχίσει να ανακάμπτουμε μιας και είτε για υπερταμείο διάσωσης μιλάμε είτε για προμήθεια αναπνευστήρων μιλάμε το δόγμα “ο θάνατος σου η ζωή μου” έχει πλήρως αναπτυχθεί και μπει και πάλι στις ράγες, η Ευρώπη μας τουλάχιστον, οι ηγέτες της ξεπέρασαν το σοκ του λοκντάουν, ξεπέρασαν το κόμπλεξ του να μείνουμε σπίτι για να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας και τους ηλικιωμένους και πέρασαν στο επόμενο στάδιο του να βγούμε σιγά σιγά έξω να πάρει μπρος η οικονομία και θα προστατευόμαστε κρατώντας απόσταση και φορόντας μάσκα όπως αυτοί οι καημένοι στα ταμεία και στα μηχανάκια που δουλεύουν κούριερ και κάπως έτσι θα βάλουμε μυαλό.
Αλλά όχι, ας πούμε πως όντως βάζουμε μυαλό και δε μας παρασύρει ο λύκος της γουόλ στρήτ που κρύβουμε μέσα μας και η λύσα για να δουλέψει η αγορά, και πως αρχίζουμε να βλέπουμε τη ζωή αλλιώς. Τη ζωή μας. Αρχίζουμε να προστατεύουμε τη ζωή μας και να μην κάνουμε άλλες υποχωρήσεις. Αρχίζουμε να γεμίζουμε επιτέλους όλα τα κεντρικά νοσοκομεία της χώρας με τον απαραίτητο εξοπλισμό και τον απαραίτητο αριθμό ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, αρχίζουμε και ενδιαφερόμαστε διαχρονικά για τους ηλικιωμένους και δημιουργούμε δημόσιους χώρους φροντίδας και όχι το χάσμα ανάμεσα σε πανάκριβες κλινικές και αργό θάνατο στο σπίτι, αρχίζουμε να πληρώνουμε τους βιολόγους ερευνητές περισσότερο από τους ποδοσφαιριστές, αρχίζουμε να φέρνουμε πίσω τους γιατρούς που φύγαν για τη Γαλλία και τη Γερμανία έχοντας πρώτα σπουδάσει εδώ, αρχίζουμε να στήνουμε ένα κράτος που δε θα απαιτεί από καρκινοπαθείς να στήνονται ουρά έξω από φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, αρχίζουμε να στήνουμε ένα κράτος που δε θα σου ζητά 125 πιστοποιητικά που το ίδιο εκδιδει για να δει αν είσαι ανάπηρος και γενικά αρχίζουμε και δε το βάζουμε κάτω συνεχίζουμε, δεν ακούμε κάθε ηλίθιο που ψάχνει αφορμή να βγάλει χρήμα από κάθε αφορμή και βάζει δημοσιογράφους να γράψουν για τη προσωπική ζωή και τα χούγια του ανθρώπου που παρά τα χούγια του συνεχίζει και αυτός τη δουλειά του και προσλαμβάνει προσωπικό και φέρνει εξοπλισμό στα νοσοκομεία ακόμα και αν κανείς δε το λέει και δε το διαφημίζει, και έτσι γινόμαστε και εμείς μέρος μιας αλυσίδας που συνεχίζει και αντέχει να κάνει καλό ακόμα και όταν όλα γύρω πάνε χάλια και γίνονται όλο και πιο δύσκολα.
Και κάπως έτσι βάζουμε μυαλό γιατί ξέρουμε πια ότι όλα θα πάνε πιο δύσκολα και το μόνο που πραγματικά έχουμε είναι ο ένας τον άλλο και η μια την άλλη και ειλικρινά νοιαζόμαστε για τον άλλο και όχι μόνο για τον εαυτό μας γιατί τι καταφέραμε όταν νοιαστήκαμε μονάχα για τον εαυτό μας; Τι πραγματικά καταφέραμε; Τι απ’όλα αυτά που δημιουργήσαμε έχει αξία όταν δεν έχουμε σε μια δύσκολη και ανυπόφορη στιγμή κάποιον κοντά μας; Τι αξία έχει ένας κόσμος που κοιτάει ο ένας να φάει τον άλλο; Τι αξία έχει ένας κόσμος που πατάει ο ένας επάνω στον άλλο; Τι αξία έχει ένας κόσμος που δεν πατάει στο έδαφος;